του Ισαάκ Σούση
Για γενιές Ελλήνων το τραγούδι υπήρξε βιωματική ύλη, σημείο αναφοράς, διέξοδος, ανάσα. Ασφαλώς η αφέλεια ενός κόσμου που αγνοούσε όπως και αγνοεί τους μηχανισμούς παραγωγής και εμπορευματοποίησής του έπαιξε τον πρώτο ρόλο στη διάδοσή του, στο πόσο προσφιλές υπήρξε και στο πόσο συνδέθηκε με κάθε πτυχή ενός βίου που εκ των υστέρων ανακαλύπτουμε ότι ήταν κι αυτός αγορασμένος.
Μύρια όσα επενδύθηκαν στο τραγούδι κι από την τράπεζα των ονείρων και από την ανίερη φύση των ανθρώπων που καταπατά ότι συντηρεί την αίσθηση ή την ψευδαίσθηση του γούστου, της επιλογής , της ψυχικής μας προβολής πάνω σε έναν κοινό τόπο που ναι μεν τον δημιούργησαν άλλοι αλλά μας χώρεσε όλους. Δεν υπήρξε άλλη μορφή έκφρασης για τον ψυχοτροπισμό των Ελλήνων πιο ενωτική και πιο διαιρετική, πιο ανυψωτική και πιο εκχυδαϊσμένη που να έχει αυτή την δημόσια λειτουργία. Όπως οι ομορφιές του τόπου έγιναν στερεότυπα της διαφήμισης και ανούσιες βερμπαλιστικές αναφορές, σημεία στιγμιαίας στάθμευσης, εικόνες και τοπικό χρώμα προς πώληση έτσι και το τραγούδι συνδέθηκε στην πορνική εξέλιξη και έκβαση όσων θρέψανε τον ιδεαλισμό και τις φαντασιώσεις μας. Το πόσο ψευδαισθήσεις ήταν αυτές οι πρώτες αναπαλλοτρίωτες νεανικές μας αισθήσεις μένει να το αποδείξει το μέλλον αλλά το ότι ήταν ζωτικές το αντιλαμβανόμαστε πλήρως στο τραυματισμένο παρόν.
Αρκετοί εμπεδώνουμε πια ότι τόσο ή ομορφιά, όσο και το νόημα είναι απότοκο της ανιδιοτέλειας και ότι η ανιδιοτέλεια είναι δέσμια της απόγνωσης να υφίσταται τις δοκιμασίες μιας ελλιπούς συνείδησης, ενός πανικόβλητου και διαχειριζόμενου ενστίκτου της πιο ποταπής επιβίωσης. Η ομορφιά και το νόημα κρίνονται περιττά, όχι μόνο από το κεφάλαιο και τα κέντρα λήψης αποφάσεων όπως θα βιαστούν να υπερθεματίσουν πάλι κάποιοι που η δυστυχία είναι η ευκαιρία τους αλλά από τον τρόπο που τα διαχειριστήκαμε όλοι. Θέμα παιδείας θα πούνε κάποιοι άλλοι προκειμένου να ενισχυθεί η επίπλαστη αντίληψή μας και να συντηρηθεί έστω ο λόγιος ναρκισσισμός μας και τα ψιχία κοινωνικού εκτοπίσματος που δυνητικά προσφέρει. Όμως για όσους η πληγή δεν είναι ξώπετση, για όσους νοιώθουν πραγματικά να σακατεύονται από τις αντιφάσεις είναι θέμα ψυχής, είναι θέμα των αντίρροπων δυνάμεων που ενεργοποιούνται στον καθέναν μας από την στιγμή που εγκλωβίζεται στον κόσμο και στα κοινωνικά παραποιημένα και παραβιασμένα συμβόλαιά του.
Το κλείσιμο μιας εποχής και ό,τι το ακολουθεί : η σύγκρουση ή η απαθής αποδοχή, η εξέγερση ή η υποταγή, πέρα από το θέμα επαναπροσδιορισμού της σχέσης κοινωνικού σώματος με την εξουσία που επικεντρώνει συνοδεύεται και από ένα ζύγισμα ψυχών. Η δυσκολία, τα αδιέξοδα, η συσσωρευμένη αδικία αλλά και η επίγνωση της άγνοιάς μας που έστω και υστερόχρονα μας εξοργίζει διακλαδώνουν τον θυμό, η οργή και το πένθος θα γνωρίσουν απανωτές μεταστάσεις. Ας μην ξεγελιόμαστε από τα φαινόμενα. Στους μποτιλιαρισμένους δρόμους, στα νυχτομάγαζα, μπροστά στην τηλεόραση, στον καναπέ, στις πορνικές του συνδιαλλαγές, στις επιδερμικές του σχέσεις, στην αλόγιστη κατανάλωση – για όσους έχουν ακόμα αυτή την δυνατότητα– ο άνθρωπος πενθεί, πενθεί έξαλλα και αλλοπρόσαλλα την απώλεια του αυτοπροσδιορισμού του, το σβήσιμο των αξόνων, τον χαμένο ορίζοντά του. Τα χρυσά μοσχάρια δεν ταΐζουν θρεπτικά το ανικανοποιητό του όσο και να προσποιείται.
Για μας του τραγουδιού που δυσκολεύεται εδώ και χρόνια να διαφοροποιηθεί από τον πολτό, να επιζήσει κόντρα στην χυδαιότητα, το κλείσιμο του Διφώνου έρχεται να προστεθεί στα κακά μαντάτα. Ένα περιοδικό επενδυμένο με τις έννοιες του δημιουργικού και του εναλλακτικού ελληνικού τραγουδιού μέσα στην οδύσσεια των χρόνων του προσέκρουσε τελικά στην πόρτα της κουφής του ιδιοκτησίας. Έτσι κι αλλιώς το τραγούδι το διαχειρίζονται, το εκμεταλλεύονται και δυστυχώς το αποδέχονται στην συντριπτική πλειοψηφία κουφοί εδώ και χρόνια. Ρωγμή στον τοίχο των κουφών το γεγονός ότι οι συντάκτες του περιοδικού , δηλαδή η ψυχή του μέσα κι έξω από τις σελίδες του δεν είναι μουγγοί κι αν η συγκυρία τους στερεί προσωρινά το μέσον είναι σίγουρο ότι οι επιθυμίες και η αποφασιστικότητα τους θα μετοικήσουν εκεί που οι ρωγμές θα γίνουν σχίσμα. Δεν είναι θέμα νοσταλγίας, ούτε θέμα μνήμης ιστορικής που σε αντίθεση με μια λοβοτομημένη πελατεία πολλοί εξακολουθούν να διαθέτουν , είναι θέμα ότι το τραγούδι όταν κάποιοι του περνάν τον σιγαστήρα πυροβολεί πιο ευθύβολα , στην θέση των αυτιών βάζει τα μάτια και τα ανοίγει διάπλατα. Στη θέση ενός μονότονου εργοδοτικού εξάψαλμου ανοίγει με προσπάθειες ο χώρος για την απρόβλεπτη πολυφωνία.
* Ο Ισαάκ Σούσης είναι στιχουργός
Πηγή: Αριστερό βήμα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου