Τίποτα απ' όσα ετοιμάζει η Καμεράτα υπό τον αρχιμουσικό Γιώργο Πέτρου, μαζί με την Εφη Αβέρωφ-Μιχαηλίδου, που αναλαμβάνει την εισαγωγή στη συναυλία, δεν εμπίπτει στη στερεότυπη άποψη που έχουμε για την ερμηνεία του Μπαχ. Ή μάλλον των Μπαχ, αφού εδώ αναφερόμαστε στον Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ (1685-1750), αλλά και σε τρεις από τους 7 γιους του. Τον Γιόχαν Κρίστιαν Μπαχ (1735-82), παιδί του από τη δεύτερη σύζυγό του Αννα Μαγκνταλένα Βίλκε και τους Βίλχελμ Φρίντμαν (1710-1784) και Καρλ Φιλίπ Εμάνουελ (1714-1788) από τη Μαρία Μπάρμπαρα.
«Η δόξα και η μεγαλοφυΐα του πατέρα επισκίασε για ένα μεγάλο διάστημα την παραγωγή των γιων του, που όμως και οι ίδιοι υπήρξαν στην εποχή τους διάσημοι», εξηγεί ο Γιώργος Πέτρου, που ευγνωμονεί το διεθνούς βεληνεκούς «κίνημα» ιστορικής ερμηνείας των έργων, το οποίο σταδιακά αποκατέστησε αγνοημένους μουσουργούς. Στην περίπτωση των Μπαχ μιλάμε, άλλωστε, για μια «οικογενειακή μουσική "επιχείρηση" που αντίστοιχή της δεν υπάρχει στα χρόνια -αν εξαιρέσει ίσως κανείς την οικογένεια Στράους». Η οικογένεια Μπαχ έχει ένα επιπλέον προσόν: εκπροσωπεί ένα χρονικό φάσμα 50 χρόνων, στη διάρκεια του οποίου συντελέστηκαν κοσμοϊστορικές αλλαγές. Με δυο λόγια, ξεκινώντας από το μπαρόκ του πατέρα Γιόχαν Σεμπάστιαν, ταξιδεύουμε μέχρι το στιλ ροκοκό του υιού Φιλίπ Εμάνουελ.
Το μουσικό ταξίδι υπερασπίζεται και η επιλογή των έργων. Ξεκινούν με τη Σουίτα αρ. 1 του πατρός Μπαχ. Ακολουθεί η ορχηστρική εισαγωγή του Γιόχαν Κρίστιαν Μπαχ στην τρίπρακτη όπερα Alessandro nell' Indie. Μόλις 10λεπτη, αλλά άκρως γοητευτική και γραμμένη σε κλασικό στιλ, έπεται η Συμφωνία σε ρε μείζονα, του Βίλχελμ Φρίντμαν. Η συναυλία ολοκληρώνεται με το Διπλό Κοντσέρτο για Φορτεπιάνο και Τσέμπαλο σε μι ύφεση μείζονα Η. 479 (W. 47) του Καρλ Φιλίπ Εμάνουελ, με σολίστ τον Μάρκελλο Χρυσικόπουλο στο τσέμπαλο και τον ίδιο τον Πέτρου στο Φορτεπιάνο.
Η εκπροσώπηση διαφορετικών μουσικών ρευμάτων δεν σημαίνει ότι οι γιοι δεν φέρουν επιρροές από τον πατέρα. «Πρώτη και σαφέστερη είναι η αφοσίωσή τους στα πληκτροφόρα όργανα. Μια ακόμα είναι η εξαιρετικά στιβαρή μουσική τους παιδεία». Ενα τρίτο χαρακτηριστικό, «το πλούσιο χαμόγελο της μουσικής τους», που μπορεί να παραξενέψει όσους έχουν συνδυάσει τον Γιόχαν Σεμπάστιαν κυρίως με τις θρησκευτικές καντάτες και την υποβλητική μουσική γραφή. Και όμως, «και ο ίδιος έπαιρνε έργα που είχε γράψει για χορούς και τα μετέτρεπε σε θρησκευτικά».
Ολο το πρόγραμμα ερμηνεύεται με όργανα εποχής. «Στην ουσία», εξηγεί ο κ. Πέτρου, «μιλάμε για άλλα μουσικά όργανα: το μπαρόκ δοξάρι έχει διαφορετική άρθρωση από το σύγχρονο. Το μπαρόκ φλάουτο έχει άλλο ήχο». Στην κυριακάτικη συναυλία, για να καταλάβει το κοινό τη διαφορά μεταξύ ενός σύγχρονου οργάνου κι ενός οργάνου εποχής, θα επιχειρηθεί μια σύντομη αντιπαραβολή: «Θα δείξουμε πώς ηχεί ένα μπαρόκ όμποε κι ένα μοντέρνο». Είναι η εισαγωγή για μια πολύ πιο οργανωμένη απόπειρα της Καμεράτα να οργανώσει π.χ. μια βραδιά Μότσαρτ με όργανα εποχής, αλλά και με τη δυνατότητα να παρεμβαίνει το κοινό για να λύνει τις απορίες του.
Της ΝΑΤΑΛΙ ΧΑΤΖΗΑΝΤΩΝΙΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου