ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ...
31 Μαϊου 1809 πεθαίνει ο JOSEPH HAYDN ένας απο τους πιο σημαντικούς συνθέτες της κλασικής εποχής.
Φέτος γιορτάζονται 200 χρόνια από το θανατό του
" 'Ετος Χάυντν "
Σην Αυστρία έχουν ήδη απο το Σεπτέμβριο προγραμματιστεί εκδήλώσεις που είναι αφιερωμένες στον μεγάλο συνθέτη.
Ο Ηaydn γεννήθηκε το 1732 στο χωριό Rohrau της Ανατολικής Αυστρίας και ήταν ο πρωτότοκος υιός ενός αμαξοποιού που έφτιαχνε και διόρθωνε ρόδες για τα κάρα των συγχωριανών του. Ήταν ευγνώμων στους γονείς του που τον έμαθαν να είναι οικονόμος, εργατικός και θεοσεβούμενος.
Αυτός που του έδωσε ώθηση στις μουσικές σπουδές ήταν ένας συγγενής του, δάσκαλος της μουσικής. Ζώντας με αυτόν το θείο και την οικογένεια του στη πόλη Χέμπουργκ, έψαλλε στην εκκλησία, έπαιζε βιολί και διάφορα πληκτροφόρα όργανα.
Ο Reutter, ο οποίος ήταν διευθυντής της χορωδίας του Αυτοκρατορικού Ναού, πρότεινε στον Haydn να τραγουδήσει μια τρίλια, και κατ’ αυτό το τρόπο μπήκε στη χορωδία του Αγίου Στεφάνου στη Βιέννη. Κατά την ηλικία της μεταφώνησης η θέση του στη χορωδία κινδύνευε, έτσι στα 17 του βρέθηκε άνεργος και χωρίς χρήματα. Τον βοήθησε ένας τενόρος ονόματι Spangler και τα επόμενα λίγα χρόνια δίδασκε μουσική και καμία φορά τραγουδούσε. Διάβαζε διάφορα εγχειρίδια, έπαιζε τις σονάτες του C. P. E. Bach, για το λόγο ότι του έφερναν χαλάρωση και παρηγοριά από τις σκοτούρες που είχε.
Την εποχή αυτή ο Haydn ζούσε στο ίδιο ακίνητο με το συγγραφέα οπερατικών λιμπρέτων Matastasio. Με τη βοήθεια του απόκτησε μια μαθήτρια, τη Marianne Martinez που ήταν τραγουδίστρια, τσεμπαλίστρια και μια από τις πρώτες γυναίκες συνθέτες. Ο καθηγητής φωνητικής της ήταν ο Nicola Porpora που τον προσέλαβε ως συνοδό του στο τσέμπαλο και του παρέδιδε μαθήματα σύνθεσης. Το 1759 ο Haydn έγινε μουσικός διευθυντής του κόμητα Morzin. Το 1761 μπήκε στην υπηρεσία του πρίγκιπα Esterhazy . Ο Haydn έμεινε σε αυτή τη θέση ως διευθυντής μουσικής για 30 χρόνια δηλαδή ως το 1790 που συνταξιοδοτήθηκε. Η σχέση του με τον πρίγκιπα ήταν ευχάριστη, γιατί παρ’ όλο που ο Haydn είχε την ιδιότητα ενός ειδικευμένου υπηρέτη, ο πρίγκιπας μπόρεσε να εκτιμήσει τόσο τα καλλιτεχνικά όσο και τα ανθρώπινα προσόντα του, έτσι που με το χρόνο παρέμεινε μια σταθερή φιλία.
Ο Haydn ήταν επικεφαλής μιας ορχήστρας εγχόρδων και πνευστών, που στα χρόνια του αριθμούσε πάνω από 20 μέλη και διάθετε 6 τραγουδιστές για οπερατικούς ρόλους και ως χορωδία στην εκτέλεση της Κυριακάτικης Λειτουργίας. Το χειμώνα του 1781-1782 ο Haydn συνάντησε τον Mozart και η φιλία τους υπήρξε μουσικά γόνιμη και για τους δύο. Η φήμη του Haydn είχε απλωθεί πλ και η μουσική του είχε φτάσει στη Γαλλία και την Αγγλία, ήδη από τη δεκαετία του 1760. Μόλις αποτραβήχτηκε από τη θέση του στους Esterhazy το 1790, άρχισε να λαβαίνει όλων των ειδών τις προσφορές για δουλειά, από τις οποίες οι περισσότερες προέρχονταν από υψηλά πρόσωπα, αντιμετωπίζοντας δυσκολία να τις αρνηθεί. Δελεάστηκε από μια πρόταση να πάει στην Ιταλία, που τον καλούσε εκεί ο βασιλιάς της Νάπολης. Αυτή η πρόταση του επέτρεπε να διατηρήσει την ανεξαρτησία του και ήταν οικονομικά ενδιαφέρουσα. Θα χρειαζόταν να ταξιδέψει στην Αγγλία ως διευθυντής ορχήστρας και συνθέτης, και να γράψει 6 νέες συμφωνίες και διάφορα άλλα μουσικά κομμάτια για να εκτελεστούν εκεί.
Ο Mozart και οι άλλοι φίλοι ήταν αντίθετοι με αυτό το ταξίδι λόγω της ηλικίας του (60 ετών), και ότι δε γνώριζε ξένες γλώσσες. Παρ’ όλα αυτά ήταν γερός και ανθηρός, καθώς ανυπομονούσε να δοκιμάσει τις δυνάμεις του σ’ έναν ευρύτερο χώρο. Το ταξίδι του Haydn στην Αγγλία διήρκεσε 17 ημέρες και η διάβαση του από το στενό της Μάγχης κράτησε μια μέρα, κατά την οποία έγραψε «Στάθηκα στο κατάστρωμα για να χορτάσει η ματιά μου το τεράστιο τέρας που λέγεται θάλασσα, οι περισσότεροι επιβάτες είχαν πάθει ναυτία και έμοιαζαν με φαντάσματα». Μόλις έφτασε στο Λονδίνο, ξεκουράστηκε για 2 ημέρες στο σπίτι ενός φίλου εκδότη στο Χόλμπορν και άρχισε στα σοβαρά αυτό που θα κατέληγε σε μια εξαίρετη πετυχημένη επίσκεψη.
Ο Haydn τιμήθηκε από την αριστοκρατία μέσα στην οποία βρισκόταν και ο μέλλοντας βασιλιάς Γεώργιος ο Δ'. Ο Haydn, ακούγοντας το Μεσσία δάκρυσε από συγκίνηση και δήλωσε ότι η μουσική του Handel τον έκανε να αισθανθεί ότι ήταν αρχάριος και έπρεπε να ξαναριχτεί στη μελέτη. Η μεγάλη εναρκτήρια συναυλία του, που διηύθυνε ο ίδιος από το πιάνο, ξεσήκωσε μεγάλο ενθουσιασμό, και το αργό μέρος της νέας του συμφωνίας 96 μπιζαρίστηκε. Αλλά ζούσε κάτω από υπερβολική ένταση και πολύ γρήγορα αναγκάστηκε να μετακομίσει από τους θορυβώδεις δρόμους του κεντρικού Λονδίνου στην εξοχική περιοχή της Μέριλμπ. Υπέφερε από κούραση στα μάτια και είχε μερικές άυπνες νύχτες, εξαιτίας της αδιάκοπης δουλειάς του, που τον ανάγκασε να γράφει στα 60 του χρόνια. Με εξαίρεση το γράψιμο ορισμένων κουαρτέτων για έγχορδα, που με αυτά ολοκλήρωσε το εντυπωσιακό επίτευγμά του σε αυτή τη μορφή, στράφηκε τώρα κυρίως προς τη χορωδιακή μουσική. Χρονολογούνται και 2 ορατόρια που τα οφείλουμε στην Αγγλία και τα παραδείγματα του Handel. Πρόκειται για τη Δημιουργία (1798), με γερμανικό κείμενο βασισμένο στον Milton και τις Εποχές (1801). Ο ίδιος έθεσε τη Δημιουργία ως το κατ’ εξοχήν έργο της σταδιοδρομίας του και άρχιζε κάθε μέρα τη σύνθεσή του με προσευχή. Το 1808 καθώς παρακολουθούσε μια εκτέλεση της Δημιουργίας, η συγκίνηση του τον εμπόδισε να παρακολουθήσει τη συναυλία ως το τέλος και εγκατέλειψε την αίθουσα στο διάλειμμα. Ο θάνατός του ήταν γαλήνιος και τον βρήκε στις 31 Μαΐου του 1809. Ο τελευταίος επισκέπτης του ήταν ένας Γάλλος αξιωματικός που του τραγούδησε την άρια In Native Worth από τη Δημιουργία. Δεν είναι εύκολο να συνοψιστεί το έργο του με λίγα λόγια. Βέβαια δεν επινόησε ούτε τη συμφωνία ούτε τη σονάτα και ακόμα ούτε το κουαρτέτο, παρ’ όλο που δεν θα έφτανε και πολύ έξω αν τον θεωρούσαμε πατέρα του είδους. Αλλά, όταν πια είχε φτάσει τα 40 του, είχε καθιερώσει τη φόρμα της σονάτας με ένα τρόπο που είναι δύσκολο να καθοριστεί, αλλά που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως το πρώτο στάδιο της ωριμότητάς της.
Όλα του τα έργα είναι αξιόλογα για την εποχή του. Εύλογο θα ήταν να κλείσουμε με μια χαρακτηριστική φράση που είπε ο Mozart για τον Haydn:
«Στην ανθρωπότητα δεν θα εμφανιστεί ένα τέτοιο ταλέντο για τουλάχιστον 100 χρόνια».