ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΜΟΥΣΙΚΟΛΟΓΟ ΓΙΑΝΝΗ ΣΑΜΠΡΟΒΑΛΑΚΗ
από Εποχή
Είναι κοινή διαπίστωση ότι, τη γνωριμία, την κατανόηση και την απόλαυση της έντεχνης ελληνικής δημιουργίας, την οφείλουμε στους δημιουργούς, στους ερμηνευτές και εν πολλοίς στους μουσικολόγους μελετητές που ενδελεχώς μελετούν, ανακαλύπτουν και φέρνουν στο φως πολύτιμες σελίδες του μουσικού μας πολιτισμού. Μια σπουδαία γενιά πολυτάλαντων μουσικών που έχουν τιμήσει και ξεπεράσει τα όρια της χώρας μας δημιουργεί σήμερα την καινούργια μουσική πραγματικότητα. Ανάμεσα τους ξεχωρίζει ο Γιάννης Σαμπροβαλάκης.
Ο Γιάννης Σαμπροβαλάκης ανήκει στη νέα γενιά των μουσικών εκείνων που τάχθηκαν να υπηρετήσουν το χώρο της έντεχνης ελληνικής μουσικής από πολλά μετερίζια. Είναι γνωστός ως ένας σημαντικός μελετητής της σύγχρονης ελληνικής δημιουργίας, του έργου του Μητρόπουλου, του Σκαλκώτα κ.ά. και έχει επιμεληθεί το μουσικό υλικό περισσοτέρων από 450 μουσικών έργων ελλήνων συνθετών κατόπιν αναθέσεων του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, του Φεστιβάλ Αθηνών, της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, της ΚΟΑ, της ΚΟΘ, καθώς και μεγάλων δισκογραφικών εταιρειών και εκδοτικών οίκων του εξωτερικού. Διδάσκει κλαρινέτο στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, ενώ παράλληλα ως σολίστ κλαρινέτου έχει παρουσιάσει περισσότερα από 400 έργα ελλήνων συνθετών, τα περισσότερα εκ των οποίων σε πρώτη εκτέλεση. Στη δισκογραφία και τις συναυλίες συναντάμε συχνά τις εμπνευσμένες ενορχηστρώσεις του (εκπροσώπησε της Ελλάδα ως ενορχηστρωτής στο «Πολιτιστικό έτος της Ελλάδας στην Κίνα» στο Πεκίνο, 12/2007, ενώ η περίφημη ορχήστρα Boston Pops ερμήνευσε ενορχηστρώσεις του, στις 7/6/2008). Το 2006 ίδρυσε, μαζί με τον μουσικολόγο Γιάννη Τσελίκα, την αστική-μη κερδοσκοπική εταιρεία με την επωνυμία «Κέντρο Ελληνικής Μουσικής» που έχει σκοπό την έκδοση και προβολή της ελληνικής κλασικής μουσικής.
Aκολουθεί συνέντευξη που πήρε Λιάνα Μαλανδρενιώτη
Ας ξεκινήσουμε τη συζήτησή μας από τον εορτασμό του έτους Μητρόπουλου -50 χρόνια από το θανατό του- στο πλαίσιο του οποίου επιμεληθήκατε την έκδοση των «14 Invenzioni» για φωνή και πιάνο σε ποιήματα του Κ. Π. Καβάφη. Πόσο σημαντική είναι αυτή η έκδοση;
Το Ιόνιο Πανεπιστήμιο και, πιο συγκεκριμένα, το Εργαστήριο Ελληνικής Μουσικής του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Ιονίου Πανεπιστημίου μού ανέθεσε την επιμέλεια της κριτικής έκδοσης του έργου «14 Invenzioni» του Δημήτρη Μητρόπουλου για τη σειρά «Μνημεία Νεοελληνικής Μουσικής». Είναι ένα από τα σημαντικότερα έργα του διάσημου αρχιμουσικού και αποτελεί και την πρώτη απόπειρα μελοποίησης της «ηδονιστικής» ποίησης του Καβάφη (1925). Το έργο προλογίζει ο καθηγητής και αντιπρύτανης του Ιονίου Παν/μίου, Χάρης Ξανθουδάκης, ενώ η έκδοση συνοδεύεται από πλήρη σχολιασμό των εκδοτικών επιλογών στην ελληνική και την αγγλική γλώσσα.
Με την έκδοση αυτή σηματοδοτείται η έναρξη μιας σειράς εκδόσεων έργων του Μητρόπουλου που ξεκινά σε συνεργασία πάντοτε με τη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη, στην οποία φυλάσσονται τα χειρόγραφα του συνθέτη. Οι περισσότερες από τις μελλοντικές εκδόσεις, με τελικό στόχο την έκδοση των απάντων του Μητρόπουλου, θα γίνουν από το Κέντρο Ελληνικής Μουσικής σε συνεργασία με φορείς όπως η Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης, για παράδειγμα, η οποία έχει χρηματοδοτήσει την επιμέλεια ορισμένων συμφωνικών έργων του Μητρόπουλου. Πρόσφατα, μάλιστα, εκδόθηκε και το συμφωνικό του έργο «Ταφή» (1915), σε επιμέλεια Γιάννη Τσελίκα. Ειδικά, όμως, για τις «Invenzioni» κρίναμε ότι είναι ένα τόσο σημαντικό έργο, που αναμφίβολα του άξιζε μια θέση στα Μνημεία Νεοελληνικής Μουσικής του Ιονίου Πανεπιστημίου. Εξάλλου, η σχέση μου με το μουσικό τμήμα του Ιονίου Παν/μίου, με την ιδιότητά του διδάσκοντος κλαρινέτου από το 2006, με έχει φέρει σε επαφή με το ίδρυμα αυτό και τους υψηλούς του στόχους.
Μια και ήρθε ο λόγος για το Ιόνιο Πανεπιστήμιο, ας σταθούμε λίγο στην ενασχόλησή σας με τη διδασκαλία του κλαρινέτου και τη σχέση σας με το όργανο.
Το κλαρινέτο είναι η πρώτη μου ενασχόληση με τη μουσική και πάντοτε παραμένει η βάση για την ιδιότητα του μουσικού. Για μένα υπήρξε το όργανο μέσα από το οποίο γνώρισα τη μουσική, την αγάπησα, την υπηρέτησα και συνεχίζω να την υπηρετώ, τόσο ως μέλος της ορχήστρας της Εθνικής Λυρικής Σκηνής όσο και ως σολίστ και δάσκαλος. Ήρθα από πολύ νωρίς σε επαφή τόσο με την σύγχρονη μουσική, όσο και με την έντεχνη νεοελληνική δημιουργία, λόγω της συμμετοχής μου στο Ελληνικό Συγκρότημα Σύγχρονης Μουσικής του Θόδωρου Αντωνίου (από το 1995 μέχρι σήμερα). Παράλληλα υπήρξα και βοηθός του Θ. Αντωνίου για μια δεκαετία, ιδιότητα η οποία λειτούργησε ως «φροντιστήριο» για τη μελλοντική μου πορεία.
Το κλαρινέτο το διδάσκω και στο Ιόνιο Παν/μιο, ύστερα από μια δεκαετή διδακτική… περιπέτεια στο Ωδείο Αθηνών, από το οποίο απολύθηκα, ουσιαστικά λίγο πριν από την επερχόμενη οικονομική κατάρρευση του ιστορικού αυτού ιδρύματος, η οποία θα έπρεπε να διερευνηθεί με μεγαλύτερη επιμέλεια από το υπουργείο Πολιτισμού, αλλά δυστυχώς το ΥΠΠΟΤ δεν δείχνει να ενδιαφέρεται σοβαρά για τη μουσική εκπαίδευση, αν και συνεχίζει να τη διαχειρίζεται.
Ως ερμηνευτής κλαρινέτου έχετε εμπνεύσει αρκετούς έλληνες συνθέτες, με αποτέλεσμα άλλοι να σας έχουν αφιερώσει έργα τους και άλλοι να επιμένουν να ακούσουν το έργο τους σε πρώτη εκτέλεση από σας. Έχετε ξεχωρίσει κάποια από αυτά;
Με τους συνθέτες πάντοτε είχα καλή και δημιουργική σχέση. Συνήθως βέβαια οι μουσικοί προτιμούν να παρουσιάζουν έργα του ρεπερτορίου, άρα έργα συνθετών που δεν ζουν πια, επειδή ακριβώς η ένταξη ενός νέου έργου στο ρεπερτόριο κάποιου οργάνου είναι μια χρονοβόρα διαδικασία. Όταν η πρώτη σου συνεργασία με ζώντα συνθέτη συμβαίνει να είναι με τον Δημήτρη Δραγατάκη στην ηλικία των 16 ετών, δεν έχεις άλλη επιλογή από το να συνεχίσεις αυτόν το δρόμο. Επειδή τα ελληνικά έργα που έχω παρουσιάσει σε συναυλίες ξεπερνούν τα 500, δεν είναι εύκολο να ξεχωρίσω κάποια. Σίγουρα όμως αξίζει να αναφέρω ορισμένα ονόματα συνθετών των οποίων έχω δισκογραφήσει έργα, όπως οι: Μιχάλης Αδάμης, Θόδωρος Αντωνίου, Δημήτρης Δραγατάκης, Παναγιώτης Θεοδοσίου, Μίκης Θεοδωράκης, Αλέξανδρος Καλογεράς, Θεόδωρος Καρυωτάκης, Ντίνος Κωνσταντινίδης, Νίκος Μαμαγκάκης, Άλκης Μπαλτάς και Αναστάσης Φιλιππακόπουλος.
Έχετε συντελέσει στη σίγουρη επιτυχία για ένα πλήθος δισκογραφικών εκδόσεων, τόσο ώστε το όνομά σας να είναι σημείο αναφοράς για μια καλή ενορχήστρωση. Εσείς για ποια από αυτές είστε ιδιαίτερα υπερήφανος;
Τόση ώρα δεν αναφερθήκαμε καθόλου σε διασκευές και ενορχηστρώσεις και σχεδόν το ξέχασα. Στην πραγματικότητα όμως είναι το τρίτο αναπόσπαστο κομμάτι της ενασχόλησής μου με τη μουσική. Δεν είμαι… ερημοσπίτης, απλά και μόνο πολυτεχνίτης! Η ενορχήστρωση είναι για μένα η δημιουργική διέξοδος όλων αυτών που θέλω να εξωτερικεύσω και δεν αρκεί μόνο ένα μουσικό όργανο γι’ αυτό. Ιδιαίτερα περήφανος μπορώ να είμαι για την ενορχήστρωση του «Καπετάν Μιχάλη» του Μάνου Χατζιδάκι. Στο ίδιο ύψος θα βάλω την ενορχήστρωση ενός μεγάλου τμήματος του «Canto General» του M. Θεοδωράκη που παρουσιάστηκε τον περασμένο Νοέμβριο στο Konzerthaus του Βερολίνου. Δισκογραφικά θα αναφέρω μόνο το δίσκο του σαξοφωνίστα Θεόδωρου Κερκέζου με την Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης για την εταιρεία Naxos και τη σειρά «Greek Classics», όπου συμμετέχω με το Κρητικό Κοντσερτίνο του Μ. Θεοδωράκη και το Κοντσερτίνο για όμποε του Ν. Σκαλκώτα, διασκευασμένο για σοπράνο σαξόφωνο και ορχήστρα εγχόρδων. Από τις πρόσφατες εργασίες μου σε αυτόν τον τομέα διακρίνω τη «Μελωδία γραφομηχανής» του Γ. Κουμεντάκη που παρουσιάστηκε σε σειρά συναυλιών στην Ολλανδία, τον περασμένο Μάρτιο.
Είστε, παρά το νεαρόν της ηλικίας σας, ένας από τους πιο ενδελεχής ερευνητές μουσικολόγους της έντεχνης ελληνικής μουσικής και μάλιστα του έργου του Σκαλκώτα και του Μητρόπουλου. Σε ποιόν τομέα ακριβώς εστιάζετε την έρευνά σας;
Και για τους δύο αυτούς συνθέτες, που είναι και οι εισηγητές του μουσικού μοντερνισμού στην Ελλάδα, η έρευνά μου εστιάζεται στην ανάγνωση των χειρογράφων τους και την κριτική επιμέλεια της έκδοσής τους. Η περίπτωση του συνθέτη Δημήτρη Μητρόπουλου είναι ευκολότερη διότι υπάρχει η αμέριστη υποστήριξη της Γενναδίου Βιβλιοθήκης. Τον προσεχή Νοέμβριο θα κάνω μια ανακοίνωση σχετικά με το παρελθόν και το μέλλον των εκδόσεων των έργων του Μητρόπουλου. Με τον Σκαλκώτα έχω ασχοληθεί πολύ περισσότερο, λόγω της διδακτορικής μου διατριβής στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Παν/μίου Αθηνών, η οποία ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί. Δείγμα της εργασίας μου μπορεί να ακούσει κανείς στη δισκογραφική σειρά των απάντων του Σκαλκώτα της σουηδικής εταιρείας BIS. Σε αυτήν τη σειρά έχω προσφέρει δεκάδες έργα του Σκαλκώτα σε εκτελέσιμη μορφή από σημαντικές ευρωπαϊκές ορχήστρες. Το πιο πρόσφατο ήταν το CD της πιανίστριας Λορέντας Ράμου με τίτλο «The Land and the Sea of Greece», αποκλειστικά με μουσική μπαλέτου για σόλο πιάνο του N. Σκαλκώτα.
Όσοι έχουν ακούσει τις τόσο δημιουργικές διασκευές και τις ενορχηστρώσεις σας, περιμένουν σίγουρα να ακούσουν και τις δικές σας συνθέσεις.
Δεν είναι η πρώτη φορά που το ακούω… Όσοι είναι περίεργοι μπορούν να «κατεβάσουν» δωρεάν την παρτιτούρα μιας σύντομης σύνθεσής μου για κιθάρα με τον τίτλο «Dance Prelude» και παράλληλα να ακούσουν τον σολίστα Βασίλη Μαστοράκη να την ερμηνεύει, στη διεύθυνση: http://www.tar.gr/content/content.php?id=944. Όμως το ότι έχω κάνει σπουδές ανωτέρων θεωρητικών, ενορχήστρωσης και σύνθεσης με έναν σπουδαίο συνθέτη και δάσκαλο, τον Περικλή Κούκο, δεν σημαίνει αυτόματα ότι είμαι και συνθέτης. Μπορεί να έχω μια καλή τεχνική κατάρτιση, αλλά η σύνθεση είναι κάτι που απαιτεί σεβασμό και αφοσίωση. Εξάλλου, χρειάζεται τόσο πολλή δουλειά για να εκτιμήσουμε το έργο τόσων ελλήνων συνθετών που προϋπήρξαν και παραμένουν αδίκως άγνωστοι, που δεν έχω την πολυτέλεια να ασχολούμαι μόνο και μόνο με την προσωπική μου δημιουργία, όχι επειδή είμαι ντροπαλός, μετριόφρων ή κάτι τέτοιο, αλλά επειδή έχω θέσει άλλους στόχους, κατά τη γνώμη μου, υψηλότερους. Όπως είπε και ο Καζαντζάκης: «Ο μόνος τρόπος να σώσεις τον εαυτό σου είναι να μάχεσαι να σώσεις τους άλλους».
Θα ήθελα πάντοτε να ασχολούμαι με κάτι αντικειμενικά σημαντικό. Δυστυχώς χάνω πολύ χρόνο σε ταξίδια, για μαθήματα στο Ιόνιο κάθε Δευτέρα, για παρακολούθηση δοκιμών και συναυλιών σε όλη την Ελλάδα και στο εξωτερικό, αλλά και στη μόνιμη εργασία μου στην Ορχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής· και βέβαια με μεγάλη μου λύπη διαπιστώνω πως η κατάθεση όλης αυτής της ενέργειας, ειδικά στην ΕΛΣ δεν είναι πάντοτε καλλιτεχνικά ανταποδοτική, δηλαδή δεν αισθάνεται πάντοτε ο μουσικός ότι την ώρα της παράστασης κάνει κάτι σημαντικό και κάπως έτσι χάνεται η μαγεία…
Διακρίνω μια μικρή απογοήτευση;
Όχι, καθόλου. Απλώς φοβάμαι τη σχιζοφρένεια της «διπλής» ζωής του μουσικού, ο οποίος τη μία στιγμή αντιμετωπίζεται ως καλλιτέχνης και την άλλη ως δημόσιος υπάλληλος, με τις πολλαπλές υποχρεώσεις και των δύο ιδιοτήτων του ταυτόχρονα. Με μηδενικές υποδομές ζητάνε από εμάς την κατάθεση της ψυχής μας ανά πάσα στιγμή: να προσφέρουμε το ωραιότερο άνθος, ποτισμένο από τα τοξικά απόβλητα της καθημερινότητας! Από τη μία έχουμε την πολυτέλεια να ασχολούμαστε με τον Μότσαρτ, τον Βέρντι και τον Πουτσίνι κι από την άλλη έχουμε την ατυχία να προσφέρουμε τη δουλειά μας σε μια χώρα όπου η κλασική μουσική θεωρείται «είδος πολυτελείας». Ίσως κανείς δεν έχει προσέξει ότι ακόμη και ο ΦΠΑ για τις παρτιτούρες είναι διπλάσιος από αυτόν που καταβάλλεται για τα υπόλοιπα βιβλία! Για το ελληνικό δημόσιο η κλασική μουσική ήταν και παραμένει ένα «είδος πολυτελείας» και οι λειτουργοί της, «κατά φαντασίαν… καλλιτέχνες».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου