Κυριακή 22 Αυγούστου 2010

" 'Oπερα με πολιτική αιχμή"


Του ΓΙΑΝΝΗ ΣΒΩΛΟΥ
 Να, λοιπόν, που το Μπάιροϊτ κατάφερε να ξαναγίνει πρωτοσέλιδο με μια θετική είδηση, μονοπωλώντας τη δημοσιότητα! Πρώτη φορά μετά από χρόνια, φέτος το θέμα δεν ήταν ένα ακόμη επεισόδιο ίντριγκας των μελών της οικογένειας Βάγκνερ για τη διαδοχή στη διεύθυνση του θεσμού. Μετά τον πρόσφατο θάνατο του Βόλφγκανγκ Βάγκνερ, τα ηνία ανέλαβαν οι δύο ετεροθαλείς κόρες του, δισέγγονες του συνθέτη, και τα πράγματα ηρέμησαν.

Τους προβολείς, λοιπόν, έστρεψε στην επαρχιακή κωμόπολη της Βαυαρίας η νέα παραγωγή του «Λόενγκριν», σε σκηνοθεσία του ευφυούς όσο και αμφιλεγόμενου Χανς Νόιενφελς. Ο 69χρονος γερμανός σκηνοθέτης τοποθέτησε τη δράση σε ένα εργαστήριο με πειραματόζωα, για την ακρίβεια με λευκά και μαύρα ποντίκια. Ετσι έντυσε τη χορωδία, δηλαδή τους κατοίκους της Βραβάντης: φοβισμένα, κατατρεγμένα πλάσματα που προσαρμόζονται σε κάθε νέα κατάσταση και γνωρίζουν ενστικτωδώς να επιβιώνουν, ένας πολεμοχαρής λαός καιροσκόπων, που μισεί την αδυναμία και θαυμάζει την ισχύ. Ο Λόενγκριν μπαίνει στον κόσμο τους και τους δείχνει μια διέξοδο. Δεν είναι ιππότης, ούτε επιθυμεί να γίνει ήρωας, να φέρει σε πέρας κάποια ανώτερη αποστολή ως αρχηγός. Επιδιώκει μόνον να ορίσει ο ίδιος την τύχη του ως ελεύθερος άνθρωπος. Προσπερνώντας κάθε επιταγή, επενδύει μόνον στην ευτυχία με την Ελζα, μέσα από έναν έρωτα χωρίς όρους. Ξεχνώντας κάθε ρομαντικό, παραμυθένιο στοιχείο, παίρνοντας επίσης αποστάσεις από τις πατριωτικές/εθνικιστικές αιχμές της όπερας, ο Νόιενφελς προκάλεσε όσο και όπως αναμενόταν.

Ταυτόχρονα, όμως, αποστόμωσε τους επίδοξους επικριτές του εκπλήττοντας με μια από τις πιο λεπτομερώς επεξεργασμένες και συνεπείς δουλειές του. Η σκηνοθεσία του έγινε θετικά δεκτή από τη μεγαλύτερη μερίδα του τύπου. Αδιαφιλονίκητος αστέρας υπήρξε ο νέος γερμανός τενόρος Γιόνας Κάουφμαν στον επώνυμο ρόλο. Την καταλληλότητά του γι' αυτό είχε δείξει ήδη από πέρσι, τραγουδώντας πρώτη φορά Λόενγκριν στην Κρατική Οπερα της Βαυαρίας.


* Σε κάθε περίπτωση το Μπάιροϊτ μονοπώλησε μάλλον εύκολα το ενδιαφέρον της δημοσιότητας, καθώς ο ανταγωνισμός από τη γειτονική Αυστρία ήταν μικρός. Σχεδόν δέκα χρόνια μετά την αποχώρηση του εμπνευσμένου όσο και δαιμόνιου Ζεράρ Μορτιέ, το Ζάλτσμπουργκ εξακολουθεί να... ψάχνει τα βήματά του αναζητώντας στίγμα. Η υποδοχή των νέων φετινών παραγωγών υπήρξε ως τώρα από χλιαρή έως κακή. Μάλλον υπερβολικά... ήμερη κρίθηκε από την «Neue Zuercher Zeitung» η τυπικά μοντερνίστικη «Λούλου» του Αλμπαν Μπεργκ, στη σκηνοθεσία της Βέρας Νεμίροβα· ιδιαίτερα σε σύγκριση με την εκρηκτική παράσταση που σκηνοθέτησε πρόσφατα στη Βασιλεία ο Ισπανός Καλίστο Μπιεΐτο. Αντί του αρχικά προβλεπόμενου Νίκολαους Αρνονκούρ -οποίο ξάφνιασμα για το πρωτοπαλίκαρο της παλιάς μουσικής!- διηύθυνε τελικά ο Μαρκ Αλμπερχτ, ενώ η εύθραυστη λυρική φωνή της Γαλλίδας Πατρίτσια Πετιμπόν στον επώνυμο ρόλο φάνηκε να ζορίζεται στην αχανή αίθουσα της Σχολής Ιππασίας όπου δόθηκε η παράσταση.

Κριτική-καταπέλτης

Ευγενικά αλλά χωρίς ενθουσιασμό υποδέχθηκε ο διεθνής τύπος και τη νέα όπερα του 58χρονου γερμανού συνθέτη Βόλφγκανγκ Ριμ, «Διόνυσος», υπό τον Ινγκο Μέτσμαχερ, σε σκηνοθεσία του Πιέρ Αουντί. Το έργο αποτελεί στην ουσία βιογραφία του Νίτσε και βασίζεται στον τελευταίο κύκλο ποιημάτων του «Οι Διθύραμβοι του Διονύσου». Σκηνικά και μουσικά βαρετή έκρινε επίσης μεγάλη μερίδα του τύπου την παραγωγή της όπερας «Ορφέας και Ευρυδίκη» του Γκλουκ, υπό τον πολύ Ρικάρντο Μούτι, σε σκηνοθεσία του Γερμανού Ντίτερ Ντορν, ενώ καταπέλτης υπήρξε η κριτική τόσο για τη μουσική διεύθυνση του Ντανιέλε Γκάτι όσο και για τη σκηνοθεσία του Νίκολαους Λένχοφ για την «Ηλέκτρα» του Ρ. Στράους: «Και να κλείσει κανείς τα μάτια, πάλι δεν ωφελεί» ήταν ο τίτλος κριτικής στην εφημερίδα «Die Welt».

Μόνη χαρά, καθώς φαίνεται, για το πολυτελές κοινό του Ζάλτσμπουργκ ήσαν οι λαμπερές παρουσίες της σούπερσταρ Αννας Νετρέμπκο και του Πιότρ Μπέτσαλα, πρωταγωνιστικού ζευγαριού στην αναβίωση της περσινής, παραδοσιακής -ο Μπρεχτ θα έλεγε «γαστριμαργικά» σαγηνευτικής!- παραγωγής της όπερας «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» του Γκουνό.

* Στην Μπρέγκεντς κυριάρχησαν φέτος δύο έντονα πολιτικοποιημένες σκηνοθεσίες. Στη σκηνή στη λίμνη της Κωνσταντίας επαναλήφθηκε η εντυπωσιακή περσινή «Αΐντα» του Γκράχαμ Βικ. Διατυπωμένη ως σκληρή κριτική στην αδιέξοδη αναμέτρηση ΗΠΑ και ισλαμικού κόσμου, η υπερθεαματική παραγωγή καθηλώνει κάθε βράδυ 7.500 θεατές. Στο κλειστό θέατρο δόθηκε η καθυστερημένη παγκόσμια πρεμιέρα της «Ταξιδιώτισσας» (1967/68), όπερας με θέμα το Ολοκαύτωμα, σε μουσική του πολωνοεβραίου συνθέτη Μιετσεσλάφ Βάινμπεργκ (1919-1996), που διέφυγε στη Ρωσία κυνηγημένος από τους ναζί. Η παράσταση, σε σκηνοθεσία του Ντέιβιντ Πάουτνι, μουσική διεύθυνση του Θόδωρου Κουρεντζή και με πρωταγωνίστρια την Ελενα Κελεσίδη, σημείωσε μεγάλη επιτυχία αποσπώντας μόνο θετικές κριτικές.

* Αμετακίνητα πιστό στην αναβίωση έργων παλαιάς μουσικής, το Ίνσμπρουκ ανέστησε φέτος την «Ολυμπιάδα» του Περγκολέζι, τιμώντας τα 300 χρόνια από τη γέννηση του συνθέτη. Η παράσταση, που σκηνοθέτησε ο Αλεξάντερ Σούλιν και διηύθυνε ο Αλεσάντρο ντε Μάρκι, φανέρωσε μία άγνωστη πτυχή ενός σπάνια προικισμένου δημιουργού που πέθανε μόλις στα 26 του.

* Δυτικότερα, οι Γάλλοι φαίνονται καταγοητευμένοι από τις μουσικές αρετές της γαλλικού ενδιαφέροντος αλλά πράγματι μελωδικότατης «Μιρέιγ» του Γκουνό, που πριν από λίγες ημέρες ενθουσίασε το κοινό στο φεστιβάλ της Οράνζ, σε μουσική διεύθυνση του Γαλλοαρμένη Αλέν Αλτίνογλου με τη Ναταλί Μανφρινό στον κεντρικό ρόλο. Νωρίτερα, το ίδιο έργο είχε εγκαινιάσει την καλλιτεχνική περίοδο της παρισινής όπερας με πρωταγωνίστρια την Αλβανίδα Ινβα Μούλα.

* Στο αγγλικό Γκλάιντμπορν επέστρεψε μετά από 35 χρόνια η κλασική πλέον παράσταση της «Ζωής ενός ακόλαστου» του Στραβίνσκι, σε σκηνοθεσία Τζον Κοξ, με τα περίφημα «γραφίστικα» σκηνικά και κοστούμια του κορυφαίου αγγλου εικαστικού Ντέιβιντ Χόκνεϊ, που βασίζονται στα πασίγνωστα ηθογραφικά χαρακτικά του Χόγκαρθ. Η καταξιωμένη ανάγνωση, που στο μεταξύ είχε κάνει τον γύρο του κόσμου, διατηρεί ακόμα τη φρεσκάδα της, παρ' ότι αναμφίβολα προδίδει την ηλικία της, καθώς στις σκηνοθεσίες λυρικών έργων έχουν συντελεστεί μεγάλα και ουσιαστικά βήματα τις τελευταίες δεκαετίες.

* Τέλος, στη γειτονική Ιταλία, παρακάμπτοντας τα γνωστά τουριστικά φεστιβάλ στη Βερόνα, στη Ματσεράτα και αλλού, το ενδιαφέρον εστιάζεται για ένα ακόμα καλοκαίρι στο Πέζαρο, όπου το αφιερωμένο στον Ροσίνι φεστιβάλ θα παρουσιάσει, ανάμεσα σε άλλα, δύο νεανικά, σπανιότατα παιζόμενα έργα του, τις όπερες «Δημήτριος και Πολύβιος» και «Σιγισμόνδος», αμφότερες με εξαιρετικές διανομές. Τα εισιτήρια έχουν προ πολλού εξαντληθεί. *

Δεν υπάρχουν σχόλια: