Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2011

Ονειρικός λυρισμός


«Ο ύπνος σ' αποκοίμισε ανάμεσα στα ρόδα, μούδε και δάκρυα σε ξυπνούν, μούδε και μοιρολόγια». Η Ελευθερία Αρβανιτάκη προσθέτει μια αιθέρια απόχρωση στη χοϊκότητα του καινούργιου, κρητικότροπου μοιρολογιού «Το δάκρυ του Ψηλορείτη», μέχρι που ένας υπόγειος λυγμός πνίγει τη φωνή της. 


«ΟΝΕΙΡΟΓΡΑΦΙΑ» ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΠΛΑΤΥΡΑΧΟΥ
Ο Νίκος Πλατύραχος από το 1990 μέχρι σήμερα είχε μόνο ορχηστρικά έργα στο ενεργητικό του  «Δεν μπορώ να συνεχίσω», απολογείται, κοιτώντας τον Νίκο Πλατύραχο, που, καθισμένος στο πιάνο, αναλαμβάνει εκείνος, ως δημιουργός του τραγουδιού, να ολοκληρώσει την ερμηνεία.
Το στιγμιότυπο, Παρασκευή στον «Ιανό», στην παρουσίαση του καινούργιου άλμπουμ «Ονειρογραφία» («Λύρα»), με τα τραγούδια ενός συνθέτη, ο οποίος από το 1990 μέχρι τώρα είχε μόνο ορχηστρικά έργα στο ενεργητικό του, ήταν αντιπροσωπευτικό μιας δουλειάς που πραγματοποιήθηκε με ανθρώπινους όρους παλαιότερων δισκογραφικών εποχών.
Ετσι εξηγείται γιατί μια ερμηνεύτρια τόσο έμπειρη στα live εξέφρασε αυθόρμητα μια γνήσια συγκίνηση, αλλά και γιατί τόσοι επώνυμοι του μουσικού χώρου συστρατεύτηκαν και για την πραγματοποίηση του δίσκου και για την παρουσίασή του. Δεν είναι βέβαια τυχαίο ότι τα πρώτα τραγούδια που έγραψε ο 46χρονος συνθέτης στο άλμπουμ ερμηνεύονται, εκτός από την Αρβανιτάκη, από τη Μαρία Φαραντούρη, τον Γιώργο Νταλάρα, τον Ψαραντώνη, τον Κώστα Θωμαΐδη κι ακόμα τους Κώστα Βασιλιάγκο, Βίκυ Καρατζόγλου και Ασπασία Στρατηγού, με συνοδεία και τη Σύγχρονη Ορχήστρα της ΕΡΤ και την Ορχήστρα των Χρωμάτων. Ούτε κι ότι την παρουσίαση του δίσκου, εκτός από τη live ερμηνεία μερικών τραγουδιών, κυρίως από τον Βασιλιάγκο και τη Στρατηγού, ανέλαβαν ένας μουσικοκριτικός (ο Γιώργος Μονεμβασίτης), ένας αρχιμουσικός (ο Μίλτος Λογιάδης), δύο συνθέτες (ο Νίκος Ξυδάκης κι ο Νότης Μαυρουδής) κι ένας ερμηνευτής (ο Κώστας Θωμαΐδης).
Λιγότερο γνωστός στο ευρύ κοινό, ο Πλατύραχος ήταν ενορχηστρωτής έργων του Μάνου Χατζιδάκι τα τελευταία χρόνια πριν από το θάνατό του κι αργότερα και του Μίκη Θεοδωράκη. Με βάση του για πολλά χρόνια τη Γερμανία, έγραψε σάουντρακ για πολλές ευρωπαϊκές ταινίες (συμπεριλαμβανομένων και ελληνικών, όπως π.χ. «Η χορωδία του Χαρίτωνα» του Γρηγόρη Καραντινάκη) και συμφωνικά έργα που ερμηνεύτηκαν από μεγάλες ευρωπαϊκές ορχήστρες, προτού να επιστρέψει στην Ελλάδα διατηρώντας μια σταθερή συνεργασία με την Ορχήστρα των Χρωμάτων. Η σχέση του με το τραγούδι ήταν μέχρι πρότινος μια ιδιωτική ή και κάπως οικογενειακή υπόθεση, αν σκεφτεί κανείς ότι για κάποια από τα τραγούδια που αποφάσισε τελικώς να δημοσιοποιήσει, είναι σε στίχους του πατέρα του Γιάννη Πλατύραχου - ενώ στα υπόλοιπα στίχους έχει γράψει ο σκηνοθέτης Θέμης Μουμουλίδης αλλά και οι Παναγιώτης Μακρής, Κώστας Παπαγεωργίου και ο ίδιος ο συνθέτης.
Ο λυρισμός, η ευαισθησία, η εικονοποιητική δύναμη και η γενναιοδωρία μιας μελωδίας χωρίς πόζα είναι διαπιστωμένα χαρακτηριστικά του Πλατύραχου, που εδώ εκφράζονται σε τραγούδια, «γνήσια κι ανεπιτήδευτα, σαν κινηματογραφικά στιγμιότυπα μιας ταινίας που έχει πρώτη ύλη τα όνειρα», όπως είπε ο Γιώργος Μονεμβασίτης. Το μουσικό τους ύφος; Από ragtime (το οποίο ανέλαβε να σφυρίξει ο Θωμαΐδης), μέχρι ζεϊμπέκικο ή κρητικό μοιρολόι, φανερώνει «τη φοβερή ικανότητα στο χειρισμό διαφορετικών μουσικών ειδών ενός δημιουργού που δεν θέλει να δηλώσει τίποτα, παρά μόνο να εξυπηρετήσει τον εαυτό του και το ταλέντο του», διαπίστωσε κι ο Λογιάδης, παιδικός φίλος και μουσικός συνοδοιπόρος του Πλατύραχου. Ο Νίκος Ξυδάκης πάλι, που συνεργάστηκε πρόσφατα μαζί του, εντόπισε στα τραγούδια «την ηχητική καλαισθησία του Χατζιδάκι. Είναι λάθος όμως να τον κατατάξουμε στη Σχολή των χατζιδακικών, μια που ο Πλατύραχος δεν είναι συνθετικά ευμετάβλητος, αλλά ευκίνητος». Και υπεύθυνος για το πρώτο... σφυριχτρικό σόλο του Θωμαΐδη, το οποίο ηχογραφήθηκε «σαν παιχνίδι από δύο ενήλικες-"γυμνασιόπαιδες" που παίζουν με ό,τι λέγεται μουσική».
Ο Νότης Μαυρουδής, πάλι, εντόπισε την παραδοξότητα να χαιρετίζει κανείς ένα καινούργιο δίσκο σε μια εποχή που η δισκογραφία έχει καταλυθεί. Αλλά την εξήγησε κιόλας, επισημαίνοντας πως τέτοιες δουλειές είναι «αντίδοτο στην κρίση της δισκογραφικής παραγωγής». Μίλησε και ο ίδιος για τις «χωνεμένες διαφορετικές μουσικές φόρμες» που ανιχνεύονται στις μελωδίες ενός δημιουργού, ο οποίος μας ταξιδεύει από ένα προσωπικό είδος μεσογειακού μπλουζ έως ένα μοιρολόι της ιδιαίτερης πατρίδας του, της Κρήτης. Και που φέρει στο μουσικό του ιδίωμα «μνήμη, γεωγραφία, συνείδηση». Αυτά δηλαδή που υπήρξαν πάντα τα συστατικά του καλού ελληνικού τραγουδιού, ακόμα και σε εποχές που αμφισβητούσαν και τη μνήμη και τη γεωγραφία και τη συνείδηση και το καλό τραγούδι. Αλλά πάλι, όπως λέει και η κρητική μαντινάδα που είπε ο Γιάννης Πλατύραχος κλείνοντας την παρουσίαση, «οι φίλοι οντέ θα σμίξουνε και οντέ συναντηθούνε, για το χατήρι τση φιλιάς το χρόνο σταματούνε». 

Δεν υπάρχουν σχόλια: