. Τροφώνιο Ωδείο

Σάββατο 16 Μαΐου 2020

Ανακοίνωση για την επαναλειτουργία( covid 19) των μαθημάτων στο Τροφώνιο Ωδείο

🎵 Αγαπητοί γονείς και σπουδαστές 
Σας ενημερώνουμε ότι σύμφωνα με την απόφαση του  Υπουργείου Πολιτισμού το Τροφώνιο Ωδείο λειτουργεί ξανά από τη Δευτέρα 18 Μαΐου 2020 για σπουδαστές άνω των 11 ετών.
Εφαρμόζουμε στους χώρους μας τις οδηγίες για ασφαλή λειτουργία όπως αυτές παρουσιάζονται σε ανακοίνωση του Υπουργείου Πολιτισμού σύμφωνα με την επιτροπή εμπειρογνωμόνων του Υπουργείου Υγείας.
 Ανακοίνωση του​ ΥΠΠΟΑ ΕΔΩ
ΚΥΑ (Κοινή Υπουργική Απόφαση)
στο ΦΕΚ για την επαναλειτουργία των σχολών πολιτιστικής εκπαίδευσης

Τρίτη 12 Μαΐου 2020

Σαν σήμερα στη Μουσική...Jules Massenet

  Σαν σήμερα 12 Μαΐου 1842 γεννήθηκε ο  Γάλλος συνθέτης, Ζυλ Μασνέ (Jules Émile Frédéric Massenet, 12 Μαΐου 1842 - 13 Αυγούστου 1912)  

Ο Ζιλ Εμίλ Φρεντερίκ Μασνέ (Jules Emile Frederic Massenet) γεννήθηκε στο Μοντό, προάστιο σήμερα του Σεντ Ετιέν, στις 12 Μαΐου του 1842. Σε ηλικία έξι ετών άρχισε μαθήματα πιάνου με τη μητέρα του Αδελαΐδα, που ήταν καθηγήτρια πιάνου, και στα 11 του χρόνια έγινε δεκτός στο Ωδείο των Παρισίων. Τα περισσότερα χρόνια της μαθητείας του τα πέρασε φιλοξενούμενος σε συγγενικό σπίτι, αφού οι γονείς του αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το Παρίσι για βιοποριστικούς λόγους. Ο νεαρός Ζιλ για να εξασφαλίσει τα προς το ζην άρχισε να παίζει κρουστά στο Teatre Lyrique και πιάνο στο Café de Belleville.

Αν και οι δάσκαλοί του στο Ωδείο δεν διέκριναν κάποιο ταλέντο στον Μασνέ, τα πράγματα έλαβαν διαφορετική τροπή, όταν το 1862 κέρδισε το πρώτο βραβείο σε μουσικό διαγωνισμό στη Ρώμη με την καντάτα David Rizzio. Τα επόμενα τρία χρόνια έζησε στην πρωτεύουσα της Ιταλίας, όπου γνωρίστηκε με τον Φραντς Λιστ. Με δική του προτροπή άρχισε να παραδίδει μαθήματα πιάνου στη Νινόν ντε Γκρεσί, κόρη πλούσιας οικογένειας, την οποία τελικά παντρεύτηκε το 1866.
Το πρώτο έργο του ήταν η μονόπρακτη όπερα La grand’tante, που ανέβηκε το 1867 στο Παρίσι, χωρίς επιτυχία. Το 1871 ο Μασνέ κλήθηκε στα όπλα και υπηρέτησε ως στρατιώτης στον Γαλλο-Πρωσικό Πόλεμο, ο οποίος κατέληξε σε συντριπτική ήττα για τη Γαλλία και συνέβαλε στην ενοποίηση της Γερμανίας.

Η αναγνώριση του Μασνέ ήλθε το 1873 με το ορατόριο Μαρία Μαγδαληνή, που επαινέθηκε από ομοτέχνους του, όπως οι Τσαϊκόφσκι, Ντ’ Ιντί και Γκουνό. Το έργο αυτό αποτελεί παράδειγμα συγχώνευσης του θρησκευτικού αισθήματος και του ερωτισμού, που απαντά συχνά στο έργο του Μασνέ. Την ίδια χρονιά έγραψε τη μουσική για το θεατρικό έργο Ερινύες του Λεκόντ ντε Λιλ, στο οποίο περιλαμβάνεται η δημοφιλής Ελεγεία, ένα κομμάτι για τσέλο και ορχήστρα.

Το 1878 αναλαμβάνει καθηγητής της σύνθεσης στο Ωδείο των Παρισίων και αναδεικνύει συνθέτες, όπως οι Αντρέ Μπλοχ, Γκιστάβ Σαρπεντιέ, Ερνέστ Σοσόν, Φοράν Σμιτ, Ρεϊνάλτο Χαν, Ζορζ Ενέσκου, Σαρλ Κεσλέν και Σπύρος Σαμάρας. Τον ίδιο χρόνο παίρνει τη θέση του Καμίλ Σεν Σανς στην Ακαδημία Καλών Τεχνών και γίνεται το νεώτερο μέλος της, σε ηλικία 36 ετών.
Η πρώτη του μεγάλη επιτυχία στο χώρο της όπερας έρχεται στις 19 Ιανουαρίου 1884, με την πρεμιέρα της Μανόν, που βασίζεται στο μυθιστόρημα του Αντουάν Πρεβό Μανόν Λεσκό και από πολλούς θεωρείται το αριστούργημά του. Πρόκειται για ένα ερωτικό δράμα, με πρωταγωνίστρια μια νεαρή επαρχιωτοπούλα, τη Μανόν Λεσκό, που εκτυλίσσεται στη Γαλλία του 18ου αιώνα. Στο ρετσιτατίβο, ο Μασνέ χρησιμοποιεί το ασυνήθιστο επινόημα της προσφυγής στον πεζό λόγο, με μια ελαφριά ορχηστρική συνοδεία.
Τον επόμενο χρόνο παρουσιάζει την όπερα Λε Σιντ (πρεμιέρα 30 Νοεμβρίου 1885), που αφηγείται την ιστορία του Ελ Σιντ, του απελευθερωτή των Ισπανών από τους Άραβες. Η όπερα αυτή του Μασνέ διασώζεται μέχρι σήμερα, χάρη στη σουίτα μπαλέτου της δεύτερης πράξης, στην οποία περιλαμβάνει και το γνωστό κομμάτι Aragonaise, που παίζεται και ως αυτόνομο έργο.




































Στις 15 Φεβρουαρίου 1892 ανεβάζει με μεγάλη επιτυχία την όπερα Βέρθερος, βασισμένη στο ομώνυμο ρομαντικό μυθιστόρημα του Γκαίτε και δύο χρόνια αργότερα (16 Μαρτίου 1894) την όπερα Θαΐς. Το λιμπρέτο βασίζεται στην ομώνυμη νουβέλα του Ανατόλ Φρανς, που αφηγείται με εικονοκλαστικό τρόπο την ιστορία της εταίρας Θαϊδος, η οποία έζησε τον 4ο αιώνα στην Αίγυπτο και μετεστράφη στον Χριστιανισμό. Η όπερα είναι γνωστή σήμερα για το συμφωνικό ιντερμέδιο της δεύτερης πράξης Διαλογισμός (Meditation), γραμμένο για βιολί και ορχήστρα, που αποτελεί μέρος του καθιερωμένου ρεπερτορίου για βιολί.


Εκτός από όπερες, ο Μασνέ έγραψε ορχηστρική μουσική (ορχηστρικές σουίτες, ένα κοντσέρτο για πιάνο), καντάτες, ορατόρια και 200 τραγούδια. Το 1912 εξέδωσε την αυτοβιογραφία του με τον τίτλο Οι αναμνήσεις μου (Mes Souvenirs). Ο Μασνέ ήταν ένας σκληρά εργαζόμενος συνθέτης, που ξεκινούσε να δουλεύει από τις 4 το πρωί. Συνέθετε από μνήμης και όχι στο πιάνο, όπως η πλειονότητα των συνθετών. Αυτό τον βοήθησε να γίνει ένας σπουδαίος ενορχηστρωτής. Ακόμη και στα πιο δυνατά περάσματα, η ορχηστρική υφή των συνθέσεών του είναι διαυγής. Ο ίδιος απέφευγε να παρακολουθεί την εκτέλεση των έργων του και πληροφορούνταν την τύχη τους από φίλους και γνωστούς.


Στην ανοδική μουσική του πορεία συνεισέφεραν με τις γνωριμίες τους στο καλλιτεχνικό και δημοσιογραφικό κύκλωμα ο συνθέτης Αμπρουάζ Τομά και ο εκδότης Ζορζ Χαρτμάν. Σημαντικό ρόλο στην καλλιτεχνική του διαδρομή έπαιξε και ο γάμος του με τη Νινόν ντε Γκρεσί, ο οποίος του εξασφάλισε μια άνετη ζωή, χωρίς οικονομικά προβλήματα.
Ο Ζιλ Μασνέ πέθανε στο Παρίσι στις 13 Αυγούστου 1912, σε ηλικία 70 ετών, χτυπημένος από την επάρατη νόσο. Οι συνθέσεις του ήταν αρκετά δημοφιλείς στα τέλη του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ου αιώνα. Μετά τον θάνατό του, το ύφος του θεωρήθηκε ξεπερασμένο και οι περισσότερες όπερές του περιέπεσαν στην αφάνεια. Εκτός από τη Μανόν, τον Βέρθερο και τη Θαϊδα, οι υπόλοιπες από τις 22 όπερές του σπανίως ανεβαίνουν.


Σαν σήμερα στη μουσική... Gabriel Faure


Σαν σήμερα 12 Μαϊου 1845 γεννήθηκε ο  Γάλλος συνθέτης, οργανίστας, πιανίστας και δάσκαλος μουσικής της ύστερης Ρομαντικής εποχής.Το έργο του, που περιλαμβάνει την περίφημη Παβάνα και το Ρέκβιεμ, επηρέασε σημαντικά πολλούς συνθέτες του 20ού αιώνα



Ο Γκαμπριέλ Φορέ (Gabriel Faure 1845-1924) είναι Γάλλος συνθέτης, οργανίστας, πιανίστας και δάσκαλος. Ήταν ένας από τους κορυφαίους Γάλλους συνθέτες της γενιάς του, και το μουσικό του ύφος επηρέασε πολλούς συνθέτες του 20ού αιώνα.
Έκτο κατά σειρά τέκνο μιας καλλιεργημένης οικογένειας, ο Φορέ γεννήθηκε στην κοινότητα του Παμιέ των γαλλικών Πυρηναίων. 
Λόγω προβλημάτων υγείας της μητέρας του Marie-Antoinette-Hélène Lalène-Laprade, μέχρι την ηλικία των τεσσάρων έζησε με μια τροφό· το 1849 ο πατέρας του, Toussaint-Honoré Fauré, διορίζεται διευθυντής της École Normale στο Μονγκοζί και ο Φορέ επιστρέφει στην οικογένειά του. Δίπλα στο σχολείο του υπήρχε ένα παρεκκλήσιο, όπου ο Φορέ έπαιζε συχνά αρμόνιο· μια τυφλή ηλικιωμένη που τον άκουσε, αναγνώρισε το πηγαίο του ταλέντο και ενημέρωσε τον πατέρα του. Αργότερα, το 1853, ο Dufaur de Saubiac -αξιωματούχος της Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης- επίσης άκουσε τον νεαρό Φορέ να παίζει και εισηγήθηκε τις περαιτέρω σπουδές του. Μετά από έναν χρόνο, ο πατέρας του συμφώνησε και ο 9χρονος Φορέ εισάγεται στη Σχολή Κλασικής και Θρησκευτικής Μουσικής που μόλις είχε ανοίξει ο Ελβετός Λουί Νίντερμάγιερ στο Παρίσι.
 Λαμβάνοντας υποτροφία από την Επισκοπή της γενέτειράς του, παρέμεινε στη σχολή ως εσωτερικός για περίπου ένδεκα χρόνια· τα δωμάτια ήταν σκοτεινά και το συσσίτιο μέτριο, ενώ το αυστηρό καθεστώς επέβαλλε την ενδυμασία μιας περιστόλιστης στολής. Η μουσική εκπαίδευση ωστόσο ήταν εξαίρετη: υπό τη διεύθυνση του Νίντερμάγιερ το εκπαιδευτικό αντικείμενο επικεντρωνόταν στην εκκλησιαστική μουσική, με σκοπό την παραγωγή άριστων οργανιστών και διευθυντών χορωδίας. Οι καθηγητές του περιλάμβαναν τον Clément Loret στο εκκλησιαστικό όργανο, τον Louis Dietsch στην αρμονία, τον Xavier Wackenthaler στην αντίστιξη και τη φούγκα, καθώς και τον ίδιο τον Νίντερμάγιερ στο πιάνο, το γρηγοριανό μέλος και τη σύνθεση.Τελειώνοντας τη σχολή, διορίζεται αρχικά οργανίστας στην Εκκλησία του Αγίου Σώστη, στην πόλη Ρεν της Βρετάνης. Παρέμεινε εκεί για τέσσερα χρόνια, όπου παρέδιδε «αμέτρητα» ιδιαίτερα μαθήματα ως συμπλήρωμα του εισοδήματός του.


Κατά τη διάρκεια της ζωής του είχε πάρει πολλά βραβεία και επαίνους όπως το Σταυρό της   Λεγεώνας της Τιμής. Η μουσική του Φορέ συνδέει το τέλος του Ρομαντισμού με τη μουσική του 20ου αιώνα. Σε αντίθεση με τη γοητεία της πρώιμης δουλειάς του, τα τελευταία του έργα, τα οποία γράφτηκαν όταν η αυξανόμενη κώφωση του τον είχε κτυπήσει για τα καλά, είναι αποτραβηγμένα σε χαρακτήρα.
Ως δάσκαλος διακρίθηκε. ∆ιάσημοι μαθητές του ήταν ο Σμιτ, ο Ενέσκου, ο Ραβέλ και ο Καζέλα.

                                   

Αγαπούσε πολύ το πιάνο και σε αυτό έχει στηρίξει όλη τη μουσική του δημιουργία. Τα έργα του χαρακτηρίζονται από ευαισθησία και όμορφες μελωδίες. 
Γνωστά έργα του είναι: «13 Νυχτερινά για πιάνο», «13 Βαρκαρόλες», «Πρελούδια», «Βαλς», «Καπρίτσια», κύκλοι τραγουδιών όπως «Η Πεταλούδα», «Χιμαιρικός Ορίζοντας», «Ο Κλειστός Κήπος», και το πασίγνωστο «Ρέκβιεμ». 
Ξεχωρίζουν η ορχηστρική σουίτα «Masques et bergamasques», η Σουίτα «Πελέας και Μελισάνθη, έργ. 80» και οι όπερες «Πηνελόπη» και «Προμηθέας». 
Ο Φoρέ επίσης θεωρείται ειδήμων της τέχνης του Γαλλικού Τραγουδιού και  διαφαίνεται στον δεύτερο τόμο με 60 τραγούδια του, μερικά από τα οποία περιλαμβάνουν τα "Les berceaux", "Les roses d'Ispahan" και κυρίως το "Clair de lune" (φεγγαρόφως). Ο Φωρέ έγραψε επίσης μερικούς κύκλους τραγουδιών, εκ των οποίων οι "Πέντε Βενετσιάνικες Μελωδίες", Op. 58, περιγράφονται από τον συνθέτη ως ένα είδος σουίτας τραγουδιών, με ένα κεντρικό μουσικό θέμα να διαπερνά όλο τον κύκλο. Ένας μεταγενέστερος κύκλος με τίτλο "La bonne chanson", Op. 61, εμπεριέχει πέντε μουσικά θέματα που ανακυκλώνονται ανά τα τραγούδια, και περιγράφεται ως «η πιο αυθόρμητη σύνθεσή» του· μέχρι την ολοκλήρωσή του, η ερωμένη του -Έμμα Μπαρντάκ- του τραγουδούσε καθημερινά ό,τι καινούριο είχε γράψει.Το Ρέκβιεμ, Op. 48, δεν γράφτηκε εις μνήμην κάποιου συγκεκριμένου προσώπου, αλλά γιατί "απλά ήθελε να το γράψει". Πρωτοπαρουσιάστηκε το 1888 και έχει παρομοιωθεί ως «νανούρισμα του θανάτου» λόγω του ήρεμου χαρακτήρα του. Οι όπερες του Φωρέ δεν μπόρεσαν ποτέ να βρουν τη θέση τους στο ρεπερτόριο του λυρικού θεάτρου.Από τα ορχηστρικά του έργα ξεχωρίζει η ορχηστρική σουίτα Masques et bergamasques (βασισμένη σε μουσική για ένα θεατρικό έργο, μια divertissement comique) και η μουσική για το θεατρικό Πελλέας και Μελισσάνθη.Όσον αφορά τα έργα μουσικής δωματίου, ξεχωρίζουν τα δύο του κουαρτέτα με πιάνο[ ενώ περιλαμβάνονται και δύο κουιντέτα με πιάνο, δύο σονάτες για βιολί, ένα τρίο με πιάνο και ένα κουαρτέτο εγχόρδων· το τελευταίο, μάλιστα, έχει χαρακτηριστεί ως «ένας εσωτερικός διαλογισμός για τα περασμένα».




Για την Παβάνα
Η Παβάνα σε φα# ελάσσονα op.50 είναι ένα ορχηστρικό έργο, προαιρετικά με χορωδία, που γράφτηκε το 1887. Η πρώτη εκτέλεση του έργου δόθηκε στις 25 Νοεμβρίου του 1888 στη σειρά κοντσέρτων Lamoureux υπό τη διεύθυνση του Charles Lamoureux. Τρεις μέρες αργότερα το έργο εκτελέστηκε και με χορωδία στη Société Nationale de Musique. Τέλος το 1891 το έργο παρουσιάστηκε στην πλήρη του μορφή, με ορχήστρα χορωδία και χορευτές στους κήπους της Ελισσάβετ κοντέσας του Greffulhe, στο Bois de Boulogne. Η επιτυχία του έργου από την αρχή ήταν μεγάλη. Το 1917 εντάχθηκε στο ρεπερτόριο των Ρώσικων Μπαλέτων του Sergei Diaghilev.















Δευτέρα 4 Μαΐου 2020

Σαν σήμερα στη Μουσική... Tatyana Petrovna Nikolayeva





 Σαν σήμερα 4 Μαΐου 1924 γεννήθηκε η Ρωσίδα πιανίστα συνθέτρια και  και δασκάλα  Tatyana Petrovna Nikolayeva  (4 Μαΐου 1924 - 22 Νοεμβρίου 1993) 

 

Η Νικολάιεβα γεννήθηκε στη Μπεζίτσα στην περιοχή του Μπράιασκστις στις  4 Μαΐου 1924. Η μητέρα της ήταν επαγγελματίας πιανίστα και σπούδασε στο Ωδείο της Μόσχας με τον διάσημο παιδαγωγό Alexander Goldenweiser και ο πατέρας της ήταν ερασιτέχνης βιολιστής και βιολοντσελίστας.Σπούδασε πιάνο από την ηλικία των τριών και συνέθεσε από  την ηλικία των δώδεκα ετών. Στα δεκατρία, μπήκε στο Ωδείο της Μόσχας , σπουδάζοντας με τους Goldenweiser και Evgeny Golubev. Αποφοίτησε το 1948. Μετά την αποφοίτησή της, σπούδασε σύνθεση με τον Golubev. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, έγραψε την  cantata, το Pesn o schastye ( τραγούδι για την ευτυχία ) και δύο συναυλίες πιάνου.Το πρώτο κοντσέρτο, στο Β μείζονα, ηχογραφήθηκε με την Κρατική Συμφωνική Ορχήστρα της ΕΣΣΔ υπό τον μαέστρο Kirill Kondrashin .
Το 1950 η Νικολάιεβα κέρδισε το βραβείο στον Διεθνή Διαγωνισμό Johann Sebastian Bach  Το πιο σημαντικό, γνώρισε τον Ντμίτρι Σοστακόβιτς στον διαγωνισμό, οδηγώντας τη σε μια δια βίου φιλία και επιλέχθηκε ως πρώτη ερμηνεύτρια για τα 24 Πρελούδια  και Φούγκες του Σοστακόβιτς. Η Νικολάιεβα έκανε τρεις πλήρεις ηχογραφήσεις του κύκλου.













Το 1959 η Νικολάιεβα έγινε καθηγήτρια στο Ωδείο της Μόσχας. Έκανε πάνω από 50 ηχογραφήσεις κατά τη διάρκεια της καριέρας της, κυρίως έργα για πιάνο  του Μπαχ, συμπεριλαμβανομένης της Τέχνης της  Φούγκας  και του Μπετόβεν. Με την πτώση του κομμουνισμού, πραγματοποιίησε αρκετές συναυλίες στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Υπήρξε  μέλος  κριτικής επιτροπής σε πολλούς διεθνείς διαγωνισμούς, συμπεριλαμβανομένου του Διεθνούς Διαγωνισμού Πιάνου του Leeds το 1984 και το 1987. Μία από τις πιο γνωστές ηχογραφήσεις της είναι η δική της μεταγραφή του Peter and the Wolf της Σεργκέι Προκόφιεφ,]που κυκλοφόρησε από την RCA Victor στην Ιαπωνία. αλόγου της Melodiya .
Υπήρξε δασκάλα  για πάνω από τέσσερις δεκαετίες, η Νικολάιεβα και  δίδαξε πολλούς εξέχοντες πιανίστες και συνεργάστηκε στενά με τον νεαρό Νικολάι Λουγκάνσκι , ο οποίος πήρε μεγάλη διεθνή αναγνώριση.
Στη  τρίτη της ηχογράφηση των Shostakovich 24 Preludes and Fugues κέρδισε το βραβείο Gramophone 1991 στην ορχηστρική κατηγορία.
Λαϊκός καλλιτέχνης της ΕΣΣΔ (1983)
  • Βραβείο Στάλιν , πρώτης τάξης (1951) - για συναυλία και παραστάσεις και για τη σύνθεση Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα
Στις 13 Νοεμβρίου 1993, ενώ έπαιζε τους τα Πρελούδια & Φούγκες του  Shostakovich σε μια συναυλία στο Σαν Φρανσίσκο, η Νικολάιεβα προσβλήθηκε από εγκεφαλική αιμοραγία  και δεν μπόρεσε να ολοκληρώσει την παράσταση. Πέθανε εννέα ημέρες αργότερα, στις 22 Νοεμβρίου.
Ρεπερτόριο
  • 24 Preludes and Fugues , Op. 87 (Σοστακόβιτς)
  • The Well-Tempered Clavier , BWV 846 έως 893 (Bach)
  • Ντουέτο σε E minor, BWV 802 (Bach)
  • Ντουέτο σε F major, BWV 803 (Bach)
  • Ντουέτο σε G major, BWV 804 (Bach)
  • Ντουέτο σε A minor, BWV 805 (Bach)
  • Goldberg Variations , BWV 988 (Bach)
  • Η Μουσική Προσφορά , BWV 1079 (Bach)
  • The Art of Fugue , BWV 1080 (Bach)
  • Ολοκληρωμένος κύκλος σονάτας πιάνου Beethoven
  • Three Fantastic Dances , Op. 5 (Σοστακόβιτς)
  • Πιάνο Sonata No. 2 , Op. 61 (Σοστακόβιτς)
  • Preludes, Op. 34 (Σοστακόβιτς) 

Συνθέσεις
  • Cantata Pesn o schastye ( Τραγούδι για την ευτυχία )
  • Κοντσέρτο πιάνου Νο. 1 στο B major , Op. 10, το οποίο εκτελέστηκε και ηχογραφήθηκε το 1951, με τον συνθέτρια στο πιάνο και τον Kirill Kondrashin να διευθύνει. 
  • Κοντσέρτο πιάνου Νο. 2 στο E-flat major , Op. 32 (1966)
  • Βιολί Κοντσέρτο (1972)
  • Symphony (1955, αναθ. 1958)
  • Τρίο για πιάνο, φλάουτο και βιόλα, Op. 18 
  • 24 Συναυλία udestudes, Op. 13 (1951-53) 
  • 5 udestudes, Op. 22 (1961)
  • Πρώτοι για πιάνο
  • Πιάνο Sonata (1947–49)
  • String Quartet σε τέσσερις κινήσεις (1960)
  • Κουιντέτο πιάνου (1947)